Γράφει η Σοφία Παινέση, δασκάλα της Γ΄ Δημοτικού:
Πραγματικά τι να πρωτοπεί κανείς για αυτόν τον άνθρωπο, αυτόν τον ποιητή, αυτόν τον Έλληνα (με ό,τι μπορεί να κρύβει μέσα της αυτή η λέξη).
Κομβικό σημείο της ποίησης του, μα τι άλλο, η Ελλάδα! Σύμφωνα με τον Οδυσσέα Ελύτη υπάρχουν πολλοί τρόποι ν’ αγαπά ένας λαός τη χώρα του, αλλά για τον ποιητή, υπάρχει μόνον ένας: ν’ ανήκει σ’ ολόκληρο το λαό του. Πάνω από τις διαιρέσεις και τις διχόνοιες, ο ποιητής να στέκει και ν’ αγαπά όλον τον λαό του, ν’ ανήκει, σ’ όλο τον λαό του. Ακόμα και το επίθετό του προέρχεται εξολοκλήρου από αυτήν την μεγάλη του αγάπη.
Πραγματικό του όνομα Οδυσσέας Αλεπουδέλης, αναγκάστηκε όμως να το αλλάξει όταν για πρώτη φορά θα δημοσιευόταν το έργο του από γνωστό εκδοτικό οίκο της εποχής. Το -ελ- λοιπόν προέκυψε φυσικά από την Ελλάδα και την Ελευθερία, ενώ το -υ- θεωρεί ότι είναι το πιο ελληνικό γράμμα, αφού ακόμα και στη γαλλική αλφάβητο το -y- προφέρεται ως ιγκρεκ, δηλαδή i grec (το ελληνικό i). Τέλος η κατάληξη -της , σύμφωνα με τον ποιητή είναι η πιο αρχαιοπρεπής. Έτσι λοιπόν προέκυψε το επίθετο Ελύτης, που έμελλε να γίνει γνωστό σε όλο τον κόσμο και θα γίνεται για πολλές γενιές ακόμα.
Η ποίηση του ξεκίνησε με βάση τον υπερρεαλισμό, αλλά δεν υποτάχθηκε στις αυστηρές προδιαγραφές και επιταγές του κινήματος. Λειτούργησε έχοντάς το ως βάση για ένα διάστημα, δανείστηκε στοιχεία και τα αναμόρφωσε, σύμφωνα πάντα με το προσωπικό του όραμα. Η υπερβατική διάσταση του υπερρεαλισμού διατηρήθηκε και αποτυπώθηκε με ευκρίνεια στα ζωγραφικά κολάζ του Ελύτη, που ο ίδιος εκτιμούσε και υπολόγιζε πολύ, θεωρώντας μιαν άλλη έκφραση της ποίησης του και τα ονόμαζε «συνεικόνες».
Ο λεκτικός του πλούτος δεν έχει ταίρι στα νεότερα γράμματά μας. Οι λέξεις που χρησιμοποιεί πλησιάζουν τις 8.000! Η ποίηση του έφερε έναν αέρα τόλμης, υγείας και φωτός, ως αναγκαία αντίδραση στα κινήματα της εποχής, ως κατάφαση στην ίδια τη ζωή. Τον επέκριναν, γιατί χρησιμοποιούσε ορισμένες σπάνιες λέξεις. «Ήθελα όμως το κείμενο να είναι εντελώς παρθενικό και απομακρυσμένο από τη χρήση των καθημερινών λέξεων, θα πήγαινα κάμποσο μακριά για να πω ακόμη ότι το θέλω και αντίθετο προς την καθημερινή χρήση» όπως δήλωσε και σε συνέντευξή του.
Στο πολυάριθμο έργο του, δεν γινόταν να λείπει και η αγάπη του για τα παιδιά, γράφοντας εξαιρετικά ποιήματα που περιμένουν παιδικά χείλη για να τραγουδηθούν. «Γεια σου κύριε Μενεξέ», «Ο γλάρος», «Το θαλασσινό τριφύλλι» και «Το τρελοβάπορο» είναι μερικά από τα ποιήματά του, που υμνούν τη φύση, το Αιγαίο, το κύμα και το άφρισμά του.
Ποιητής μεγάλος, ανάμεσα στους μεγαλύτερους που έβγαλε αυτός ο τόπος, ο τόπος των ποιητών! Ο ποιητής του Άξιον Εστί και της θάλασσας, του “όσο κι αν κανείς προσέχει, όσο κι αν το κυνηγά, πάντα θα ‘ναι αργά, δεύτερη ζωή δεν έχει”. Ο ποιητής του “κάπου ανάμεσα Τρίτη και Τετάρτη πρέπει να παράπεσε η αληθινή σου μέρα”, ήταν, είναι και θα είναι για όλους μας ένας μεγάλος ποιητής, δάσκαλος, μα πάνω απ’ όλα ένας μεγάλος άνθρωπος!