Γράφει η δασκάλα της Β’ Δημοτικού, Κωνσταντίνα Κλουτσινιώτη:
Κατά τη διάρκεια της ανάπτυξής τους τα παιδιά συχνά αισθάνονται φόβο, άγχος, θυμό (εκρήξεις θυμού, επιθετικότητα), ζήλια (ανταγωνισμός μεταξύ αδελφών) ή λύπη και ανησυχία. Τα συναισθήματα αυτά μπορεί να είναι ενδείξεις αγχογόνων καταστάσεων στις οποίες εκτίθενται τα παιδιά ή απλώς κάποια δείγματα των νέων γνωστικών δεξιοτήτων που κατακτούν κατά την εξελικτική τους πορεία. Στην περίπτωση αυτή, η βοήθεια των ενηλίκων κρίνεται ιδιαίτερα σημαντική, προκειμένου αυτές οι αναπτυξιακές προκλήσεις να αντιμετωπιστούν με αποτελεσματικό τρόπο και να έχουν θετική επίδραση στην ανάπτυξη της προσωπικότητάς τους.
Στην γενικότερη προσπάθεια να στηρίξουμε τα παιδιά, ώστε να διαχειριστούν με πιο λειτουργικό τρόπο τα δυσάρεστα συναισθήματα είναι σημαντικό να διαμορφώσουμε ένα περιβάλλον στο οποίο επικρατεί ηρεμία και διασφαλίζεται η καθημερινή ρουτίνα. Η ύπαρξη σαφών κανόνων, η τακτικότητα στις καθημερινές συνήθειές τους, η συζήτηση σε ήρεμο κλίμα για την καθημερινότητά τους και η παροχή ευκαιριών για εκτόνωση των εντάσεων που βιώνουν μπορεί να βοηθήσουν την ανάπτυξη λειτουργικών στρατηγικών για τον έλεγχο των δυσάρεστων συναισθημάτων.
Επίσης, στην αποτελεσματική διαχείριση των συναισθημάτων των παιδιών συμβάλλουν ουσιαστικά οι ευκαιρίες που τους δίνονται προκειμένου να εκφράζουν τα συναισθήματα που βιώνουν χωρίς πίεση. Οι αλλεπάλληλες ερωτήσεις και οι επίμονες προσπάθειές μας όταν το παιδί φαίνεται ότι είναι ιδιαίτερα αναστατωμένο, ίσως να έχουν αντίθετα από τα προσδοκώμενα αποτελέσματα και να μειώνουν τις πιθανότητες για ουσιαστική συζήτηση και επικοινωνία. Τα παιδιά πολλές φορές χρειάζονται αρκετό χρόνο προκειμένου να εξωτερικεύσουν κάποιο δυσάρεστο συναίσθημα, γι’ αυτό είναι καλό να τους δίνεται ο απαραίτητος χρόνος.
Όταν τα παιδιά βιώνουν δυσάρεστα συναισθήματα είναι σημαντικό να μην τιμωρούνται ούτε να απορρίπτονται γι’ αυτά, αλλά να βοηθούνται μέσω της συζήτησης να κατανοήσουν τι ακριβώς νιώθουν. Πρέπει να συνειδητοποιήσουν ότι όλα τα συναισθήματα είναι φυσιολογικά και αποδεκτά.
Ακόμα, σημαντικό ρόλο διαδραματίζει η ίδια η οικογένεια, η οποία πρέπει να δρα ως θετικό μοντέλο συμπεριφοράς. Όταν το οικογενειακό κλίμα χαρακτηρίζεται από συγκρούσεις, άγχος, θυμό, φωνές και διαρκείς επικρίσεις, δεν αφήνει περιθώρια στα παιδιά να διδαχθούν λειτουργικούς τρόπους διαχείρισης των δυσάρεστων συναισθημάτων.
Συμπεραίνοντας, οι βασικές στρατηγικές που έχουμε στη διάθεσή μας όσοι φροντίζουμε και ερχόμαστε σε επαφή με το παιδί είναι η διερεύνηση των παραγόντων που του προκαλούν αυτά τα συναισθήματα και η προσπάθεια να μειωθεί η έντασή τους. Επίσης, σύμμαχοι μας θεωρούνται η ενθάρρυνση του παιδιού να εκφράζεται με αποδεκτούς τρόπους πριν χαθεί ο έλεγχος, η παροχή χρόνου, η κατανόηση και η αποδοχή, η διαβεβαίωση ότι σε περίπτωση που χάσει τον έλεγχο των συναισθημάτων του δεν θα το αφήσουμε να βλάψει τον εαυτό του ή τους άλλους, καθώς και η εκμάθηση τρόπων για την επίλυση των προβλημάτων και τη διαχείριση των έντονων συναισθημάτων.