Σε αναζήτηση θρόνου, κατάλληλου για τον Βασιλέα της Δόξης

Ένας θρόνος για τον δοξασμένο βασιλιά… Μπορεί κανείς να κλείσει τα μάτια του και να τον φανταστεί: οπωσδήποτε χρυσός, στολισμένος με πολύτιμα πετράδια, προορισμένος για έναν ένδοξο και ισχυρό βασιλέα, ντυμένο με ακριβά ρούχα, που κατατροπώνει τους εχθρούς του. Μεγαλειώδης εικόνα, φανέρωση της προσωποποιημένης ισχύος. Μια πιο οικεία εικόνα: ένας γάμος. Οι νεόνυμφοι, ντυμένοι στα ακριβότερα και καλύτερα ρούχα τους, στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος, αποδέκτες της τιμής και της αγάπης όλων.

Στην Εκκλησία μας έχουμε πράγματι τον Βασιλέα της Δόξης, ο οποίος είναι, ταυτόχρονα, και νυμφίος. Εμφανίζεται στις εικόνες της Μεγάλης Εβδομάδας: ρακένδυτος, αιμόφυρτος, με απερίγραπτο πόνο ζωγραφισμένο στο πρόσωπό του. Αυτή ακριβώς η εικόνα φέρει την εδώ και αιώνες καθιερωμένη επιγραφή: Ο Νυμφίος της Εκκλησίας. Η επίσης από αιώνων καθιερωμένη επιγραφή του Σταυρού είναι ακόμα πιο αποκαλυπτική για το θέμα μας: ο Βασιλεύς της Δόξης. Χωρίς χρυσό, χωρίς πολυτίμους λίθους, χωρίς μεγαλείο. Μόνο ένα γυμνό πάσχον σώμα. Είναι προφανές ότι η δική μας χριστιανική αντίληψη για το πώς πραγματικά δείχνει ένας νυμφίος (γαμπρός) ή ένας βασιλιάς είναι εκ διαμέτρου αντίθετη από την αντίστοιχη κοσμική. Εκεί που ο κόσμος τοποθετεί χρυσούς και στέμματα, η Εκκλησία βάζει κουρέλια και αγκάθια. Εκεί που ο κόσμος τοποθετεί ένα πρόσωπο ντυμένο με εντυπωσιακή μεγαλοπρέπεια, με προφανή δύναμη, η Εκκλησία βάζει ένα σώμα γυμνό χωρίς καμία ισχύ. Γιατί;

Αφήνοντας κατά μέρος τη θεολογικά πολύσημη έννοια του «νυμφίου», η οποία μπορεί να αποτελέσει το θέμα ενός μελλοντικού ίσως κειμένου, εδώ θα επικεντρώσουμε την προσοχή μας στον «Βασιλιά της Δόξας». Η «δόξα» είναι μια δύσκολη και μάλλον παρεξηγημένη έννοια. Στον σύγχρονο πολιτισμό μας η δόξα σχεδόν ταυτίστηκε με τη ματαιοδοξία. Αυτή η ταύτιση είναι ίσως σύγχρονο φαινόμενο, καθώς τείνουμε να βλέπουμε τα πράγματα πιο «ρεαλιστικά». Οι άνθρωποι προσπαθούν να επιτύχουν πιο «χειροπιαστούς» στόχους, όπως η απόκτηση χρήματος και η εξ αυτού απορρέουσα ευδαιμονία. Δεν υπάρχει κανένας λόγος να ζητά κανείς κάτι περισσότερο από αυτά. Ακόμα και η ισχύς έρχεται με τον πλούτο: αν είμαστε πλούσιοι είμαστε κατ’ ανάγκην και ισχυροί. Όσο πιο πλούσιοι τόσο ισχυρότεροι. Λέγεται για τους ήρωες της Επανάστασης του 1821 ότι ζούσαν για έναν έπαινο και πέθαιναν για ένα τραγούδι. Ασφαλώς τέτοιου είδους κίνητρα σήμερα περικλείονται στον όρο «βλακεία»! Τέτοια ματαιοδοξία στερείται νοήματος και είναι αδιέξοδη. Επέρχεται ο θάνατος και ο άνθρωπος καταλήγει στο χώμα, έχοντας χάσει την ευκαιρία να ζήσει πλούσιος και ευτυχής.

Από θεολογική άποψη, ωστόσο, η έννοια της δόξας ενέχει ένα τελείως διαφορετικό και ενδιαφέρον νόημα. Προκειμένου να το κατανοήσουμε, πρέπει να στραφούμε στο Ευαγγέλιο, όπου ο Χριστός, ο Κύριος, αναφέρεται στη δόξα Του, εννοώντας το Πάθος και, πιο συγκεκριμένα, τον Σταυρό Του:

«Ἦσαν δέ τινες ῞Ελληνες ἐκ τῶν ἀναβαινόντων ἵνα προσκυνήσωσιν ἐν τῇ ἑορτῇ. Οὗτοι οὖν προσῆλθον Φιλίππῳ τῷ ἀπὸ Βηθσαϊδὰ τῆς Γαλιλαίας, καὶ ἠρώτων αὐτὸν λέγοντες· κύριε, θέλομεν τὸν Ἰησοῦν ἰδεῖν. Ἔρχεται Φίλιππος καὶ λέγει τῷ Ἀνδρέᾳ, καὶ πάλιν Ἀνδρέας καὶ Φίλιππος λέγουσι τῷ Ἰησοῦ· ὁ δὲ Ἰησοῦς ἀπεκρίνατο αὐτοῖς λέγων· ἐλήλυθεν ἡ ὥρα ἵνα δοξασθῇ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου. Ἀμὴν ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ἐὰν μὴ ὁ κόκκος τοῦ σίτου πεσὼν εἰς τὴν γῆν ἀποθάνῃ, αὐτὸς μόνος μένει· ἐὰν δὲ ἀποθάνῃ, πολὺν καρπὸν φέρει» (Ιω. 12, 20-24).

Το απόσπασμα αυτό έχει πολλάκις κατανοηθεί εθνικιστικά ως απόδειξη της σημασίας του ελληνικού έθνους για τον Χριστιανισμό. Η πατερική παράδοση της Εκκλησίας μας προσεγγίζει το απόσπασμα αυτό διαφορετικά. Πράγματι, η απάντηση του Χριστού είναι κάπως παράξενη. Οι μαθητές του Τον ενημέρωσαν ότι κάποιοι Έλληνες ζητούσαν να Τον δουν (αξίζει να υπογραμμισθεί ότι εφόσον οι «Έλληνες» βρίσκονταν εκεί για να προσκυνήσουν «εν τη εορτή», δηλαδή το Πάσχα των Εβραίων, δεν ανήκαν στο εβραϊκό έθνος, αλλά στην εβραϊκή θρησκεία: «εκ εθνών Ιουδαίοι» ή «προσήλυτοι», κατά τους όρους της εποχής). Αντί για κάποια απάντηση του τύπου «ωραία, θα ήθελα να τους δω» ή «πείτε τους ότι είμαι απασχολημένος και ζητήστε τους να φύγουν», απαντήσεις που θα θεωρούσαμε πιο φυσικές, ο Ιησούς είπε ότι ήταν ώρα να «δοξασθεί». Με την απάντηση αυτή ο Χριστός αναφερόταν σε κάτι καινούργιο, κάτι που δεν αφορούσε μόνο τους Εβραίους – όπως συνέβαινε με τις μέχρι τότε ενέργειές Του – αλλά κάτι που αφορούσε και τους «Έλληνες» και όλους τους λαούς. Προκειμένου να εξηγήσει τη σημασία των λόγων Του ο Ιησούς χρησιμοποίησε τη μικρή παραβολή του «κόκκου του σίτου»: πρέπει να πεθάνει για να καρποφορήσει. Με άλλα λόγια, μόνο ο θάνατος φέρνει πλησμονή ζωής. Πεθαίνει ένας κόκκος για να φυτρώσει ένα δέντρο. Αν υποθέσουμε ότι ο Χριστός δεν επρόκειτο να πεθάνει, τότε η ζωή Του στον κόσμο, τα θαύματά Του και η διδασκαλία Του δεν θα είχαν κανένα απολύτως νόημα. Θα πρόσφερε μόνο μια ακόμα – μεταξύ πολλών, όπως αυτές των αρχαίων Ελλήνων φιλοσόφων ή του Βούδα και του Κομφουκίου – ηθική διδασκαλία, μια ακόμα βαθυστόχαστη ηθική φιλοσοφία ή έναν ακόμη κατάλογο εντολών και υποδείξεων. Αντί για αυτά, τα χρήσιμα οπωσδήποτε αλλά γνωστά ήδη προ Χριστού, νίκησε τον θάνατο με τον θάνατό Του, όπως θριαμβευτικά παιανίζουμε το Πάσχα. Είναι επομένως ζωτικής σημασίας για τον Χριστό να πεθάνει για να μας ξαναδώσει ζωή, να μας αναζωογονήσει. Δεν δίστασε και δεν ντράπηκε για τον Σταυρό – έναν ταπεινωτικό τρόπο για να πεθάνει κανείς την εποχή εκείνη – αλλά τον σήκωσε εκούσια γιατί έσωσε έτσι τη δημιουργία Του και ειδικά την ανθρώπινη φύση: τις προ Αυτού γενιές, τους συγχρόνους Του και τις μελλοντικές γενιές ανθρώπων έως ότου παρέλθει το σχήμα του κόσμου τούτου. Αυτό το μέγα επίτευγμα αποτελεί τη δόξα του Χριστού.

Η σωτήρια αυτή ενέργεια του Χριστού επιτεύχθηκε με τη θυσία Του στον Σταυρό γιατί τώρα πια γνωρίζουμε καλώς ότι μετά τον Σταυρό έρχεται η Ανάσταση. Τώρα πια γνωρίζουμε καλώς ότι δεν υπάρχει Ανάσταση χωρίς Σταυρό. Είναι ακριβώς ο Σταυρός και τελικά ο θάνατος του Χριστού που φέρνει την Ανάσταση και την αιώνια ζωή. Είναι επομένως ορθό να ισχυριστούμε ότι έχουμε εντοπίσει τον κατάλληλο θρόνο για τον Κύριο της Δόξας, στο πάθος, στη γύμνια και την άκρα ταπείνωση με την οποία εμφανίζεται μπροστά μας: είναι ασφαλώς ο Σταυρός. Ο θρόνος αυτός δεν είναι βέβαια κατάλληλος επειδή του αξίζει. Αντιθέτως, αυτό που καθιστά τον Σταυρωμένο Χριστό προσιτό σε εμάς είναι η πλήρης αθωότητά Του ή, πολύ περισσότερο, ως Θεός μπορούσε να αποφύγει τα πάντα. Η υμνολογία της Μεγάλης Εβδομάδας δεν κουράζεται να επαναλαμβάνει ότι αρκούσε να ενεργήσει ως Θεός ισχυρός για να διασκορπίσει τους εχθρούς του φοβισμένους και περιδεείς. Ο θρόνος αυτός είναι κατάλληλος μόνο γιατί με τη θέλησή Του τον επέλεξε και τον επεδίωξε και γιατί με τον Σταυρό – και μόνο με τον Σταυρό – πέτυχε την πλήρη και απόλυτη σωτηρία που ήρθε να φέρει στον κόσμο.

«Μηδείς φοβείσθω θάνατον˙ ἠλευθέρωσε γάρ ἡμᾶς ὁ τοῦ Σωτῆρος θάνατος».

Καλή Ανάσταση!

Λάμπρος Αναστ. Ψωμάς
Εκπαιδευτικός
Θεολόγος – Ιστορικός

Κοινοποίηση:

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *


The reCAPTCHA verification period has expired. Please reload the page.

Εγγραφείτε στο μηνιαίο newsletter μας

Για να μαθαίνετε τα νέα του σχολείου μας και τα τελευταία ενδιαφέροντα άρθρα του HEAculture